Δεν στέλνουμε στη διεύθυνσή σας!
Λόγω της νομοθεσίας και των κανονισμών της χώρας σας, δεν επιτρέπεται να στείλουμε στην τρέχουσα τοποθεσία σας. Αν έχετε οποιεσδήποτε ερωτήσεις παρακαλώ Επικοινωνήστε μαζί μαςΕίμαστε εδώ για να βοηθήσουμε
Έχετε ερωτήσεις σχετικά με τα προϊόντα ή το περιεχόμενό μας; Μη διστάσετε να επικοινωνήσετε μαζί μας.Search
Please insert a search term in the input field. If you have any question please contact us contact usNo products
You have to add to cart at least 0 bottles or any program to make checkout.
You have to add to cart at least 0 bottles or any program to make checkout.
We don't ship to your address!
Due to your country law and regulations, we are not permitted to send to your current location. If you have any questions please contact usWe are here to help you
We are here for you. If you have any question please contact usSearch
Please insert a search term in the input field. If you have any question please contact usWe don't ship to your address!
Due to your country law and regulations, we are not permitted to send to your current location. If you have any questions please contact usWe are here to help you
We are here for you. If you have any question please contact usSearch
Please insert a search term in the input field. If you have any question please contact usΟι περισσότεροι άνθρωποι που λαμβάνουν κανναβιδιόλη πιστεύουν ότι η λήψη μιας τακτικής, επαναλαμβανόμενης δόσης είναι το κλειδί για την επίτευξη των επιθυμητών αποτελεσμάτων. Μήπως όμως θα μπορούσε η επαναλαμβανόμενη χρήση να οδηγήσει σε ανάπτυξη ανοχής στο CBD, καθιστώντας απαραίτητη μια ολοένα και ισχυρότερη δόση; Σε αυτό το άρθρο εξετάζουμε προσεκτικά κατά πόσο είναι δυνατό να αναπτυχθεί ανοχή στο CBD.
Είναι πιθανό να αναπτυχθεί ανοχή σε ορισμένα κανναβινοειδή, όπως στο THC. Το THC είναι η κύρια ψυχοτρόπος ένωση στην κάνναβη και επιδρά μέσω της σύνδεσης της με τους υποδοχείς CB1. Αυτοί οι υποδοχείς λειτουργούν σαν μικρές κλειδαριές που έχουν σχεδιαστεί για να ανοίγουν με συγκεκριμένα ενδοκανναβινοειδή, όπως η ανανδαμίδη και η 2-AG. Ωστόσο, μερικά φυτικά κανναβινοειδή με παρόμοια δομή (όπως το THC) μπορούν επίσης να συνδεθούν απευθείας με αυτούς τους υποδοχείς.
Όταν το THC συνδέεται με αυτούς τους υποδοχείς, μπορεί να μιμηθεί τα ενδοκανναβινοειδή και να προκαλέσει μια μείωση του ρυθμού λειτουργίας του ενδοκανναβινοειδούς συστήματος (ECS), ώστε να αποφευχθεί η υπερδραστηριότητα. Έπειτα, το ECS μειώνει τη δραστηριότητά του παράγοντας λιγότερα ενδοκανναβινοειδή και λιγότερους υποδοχείς ενδοκανναβινοειδών.
Ως αποτέλεσμα, οι άνθρωποι που καταναλώνουν τακτικά αυτά τα κανναβινοειδή μπορεί να διαπιστώσουν ότι χρειάζονται όλο και μεγαλύτερες δόσεις για να εξασφαλίζουν τα ίδια αποτελέσματα. Αυτό μπορεί επίσης να επηρεάσει την ικανότητα του ενδοκανναβινοειδούς συστήματος να μαθαίνει και να προσαρμόζεται σε παράγοντες, όπως το άγχος, καθώς έχει γίνει υπερβολικά εξαρτημένο από το THC.
Το CBD είναι πολύ διαφορετικό από τα άλλα κανναβινοειδή, αλλά ακόμη απέχουμε αρκετά από την πλήρη κατανόηση αυτής της ένωσης και των επιδράσεων της στο σώμα. Αυτό που γνωρίζουμε, ωστόσο, είναι ότι δεν συνδέεται με τους υποδοχείς κανναβινοειδών με τον ίδιο τρόπο όπως το THC. Αντιθέτως, δρα μέσω πολλών άλλων χημικών οδών. Μερικές πηγές υποστηρίζουν ότι το CBD μπορεί να ενεργοποιήσει πάνω από 60 διαφορετικές μοριακές οδούς στο σώμα.
Μέχρι στιγμής, οι μελέτες δείχνουν ότι το CBD μπορεί να επηρεάσει τους υποδοχείς σεροτονίνης, τους βανιλλοειδείς υποδοχείς, τους υποδοχείς GABA, τους υποδοχείς γάμμα και πολλούς άλλους. Άλλες μελέτες δείχνουν ότι το CBD μπορεί να αναστείλει μια διαδικασία γνωστή ως "επαναπρόσληψη" και έτσι να αυξήσει προσωρινά την ποσότητα ορισμένων χημικών ουσιών στον εγκέφαλο, όπως η σεροτονίνη και η ανανδαμίδη.
Ενώ το CBD δεν συνδέεται με υποδοχείς ενδοκανναβινοειδών, εξακολουθεί να μπορεί να αλληλεπιδρά με αυτούς έμμεσα. Για παράδειγμα, μελέτες έχουν δείξει ότι μπορεί να λειτουργήσει ως αντίστροφος αγωνιστής των υποδοχέων CB1. Παρόλ' αυτά, μέχρι σήμερα δεν υπάρχει καμία έρευνα που να έχει οδηγηθεί στο συμπέρασμα ότι οι χρήστες μπορούν να αναπτύξουν ανοχή στο CBD. Αντιθέτως, θεωρείται μια ασφαλής, μη τοξική ένωση που γίνεται πολύ καλά ανεκτή από τους χρήστες. Μια μελέτη του 2011[1] που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Current Drug Safety, ανέφερε ότι οι δοκιμές σε ανθρώπους, με χορήγηση διαφόρων δοσολογιών του CBD, δεν προκάλεσαν παρενέργειες, αλλά ούτε και παρατηρήθηκε η ανάπτυξη ανοχής.
Στην πραγματικότητα, μερικές έρευνες δείχνουν ότι το CBD μπορεί να προκαλέσει την αντίστροφη διαδικασία της ανάπτυξης αντοχής. Σε αντίθεση με το THC, που αντικαθιστά τον ρόλο των ενδοκανναβινοειδών και μπορεί να οδηγήσει σε μειωμένη λειτουργία του ενδοκανναβινοειδούς συστήματος, το CBD μπορεί να αυξήσει τα επίπεδα ενδοκανναβινοειδών (π.χ. παρεμποδίζοντας την διαδικασία επαναπρόσληψης). Ως εκ τούτου, με την πάροδο του χρόνου, οι χρήστες μπορεί να διαπιστώσουν ότι χρειάζονται χαμηλότερες δόσεις CBD για εξασφαλίσουν τα ίδια αποτελέσματα. Φυσικά όλα αυτά υποστηρίζονται ακόμα μόνο σε θεωρητικό επίπεδο.
Δυστυχώς, απέχουμε πολύ ακόμη από την πλήρη κατανόηση του τρόπου λειτουργίας του CBD και του ενδοκανναβανοειδούς συστήματος. Απαιτείται ακόμη περισσότερη και εκτενέστερη έρευνα για να μπορέσουμε να ξεκινήσουμε να κάνουμε συγκεκριμένες δηλώσεις σχετικά με το CBD και το πώς ακριβώς λειτουργεί μέσα στο σώμα. Ωστόσο, οι διαθέσιμες έρευνες δείχνουν ότι το CBD δεν οδηγεί στην ανάπτυξη ανοχής όπως μπορεί να συμβεί στην περίπτωση άλλων κανναβινοειδών.
14 ratings
|
[1] Bergamaschi, M. M., Costa Queiroz, R. H., S. Crippa, J. A., & Zuardi, A. W. (2011). Safety and Side Effects of Cannabidiol, a Cannabis sativa Constituent. Medicinal Genomics. https://www.medicinalgenomics.com/wp-content/uploads/2013/01/Bergamaschi_2011.pdf [πηγή]
[1] Bergamaschi, M. M., Costa Queiroz, R. H., S. Crippa, J. A., & Zuardi, A. W. (2011). Safety and Side Effects of Cannabidiol, a Cannabis sativa Constituent. Medicinal Genomics. https://www.medicinalgenomics.com/wp-content/uploads/2013/01/Bergamaschi_2011.pdf [πηγή]