Είναι Δυνατόν Να Αναπτύξετε Ανθεκτικότητα Στο CBD;

Published:

Η ανθεκτικότητα είναι ένα πολύ γνωστό φαινόμενο για εκατομμύρια ανθρώπους, καθώς ο οργανισμός προσαρμόζεται εύκολα σε διαφορετικές ουσίες, προκαλώντας μείωση της αποτελεσματικότητάς τους με την πάροδο του χρόνου. Μιας και το CBD είναι ένα συμπλήρωμα που καταναλώνεται σε καθημερινή βάση, είναι λογικό να υπάρχει ανησυχία σχετικά με το ενδεχόμενο ανάπτυξης ανθεκτικότητας. Ευτυχώς, οι έρευνες ίσως να έχουν ήδη δώσει την απάντηση. Για να μάθετε περισσότερα, συνεχίστε να διαβάζετε.

Τι συμβαίνει όταν καταναλώνετε τακτικά CBD;

Η ανάπτυξη ανθεκτικότητας σε οποιαδήποτε ουσία δεν είναι ένα νέο ή περίεργο φαινόμενο - πολλοί από εμάς την βιώνουμε ακόμη και στην καθημερινότητά μας. Πάρτε ως παράδειγμα κάτι τόσο οικείο όσο το τσάι ή ο καφές. Όταν αρχίσατε να καταναλώνετε αυτές τις ουσίες, η επακόλουθη αύξηση της ενέργειας και της συγκέντρωσης σας έκαναν τις προθεσμίες των εργασιών σας να φαίνονται παιχνιδάκι. Τώρα, όμως, ένα φλιτζάνι έχει αντικατασταθεί με πολλά και τα αποτελέσματα παρουσιάζονται εμφανώς εξασθενημένα.

Δεδομένου του πόσο συχνά καταναλώνεται το CBD, είναι λογικό να υποθέσει κανείς ότι το σώμα θα αντιδράσει με τον ίδιο τρόπο, όπως και με το τσάι, τον καφέ ή τη ζάχαρη. Λαμβάνοντας υπόψη και τους διάφορους τρόπους με τους οποίους μπορεί να καταναλωθεί το CBD (βρώσιμα παρασκευάσματα, βάμματα, έλαια, κάψουλες και προϊόντα τοπικής χρήσης) δικαιολογείται ακόμη περισσότερο η ανησυχία σχετικά με την ανάπτυξη ανθεκτικότητας. Ωστόσο, πριν μπορέσουμε να απαντήσουμε στο αν το σώμα αναπτύσσει ανθεκτικότητα στην επίδραση του CBD, θα πρέπει πρώτα να διερευνήσουμε πώς αναπτύσσεται η ανθεκτικότητα.

Κατανοώντας πώς αναπτύσσεται η ανθεκτικότητα

Η ανθεκτικότητα χωρίζεται σε τρεις βασικές κατηγορίες: την κυτταρική, τη μεταβολική και τη συμπεριφορική. Η κυτταρική ανθεκτικότητα σημαίνει ότι τα κύτταρα αρχίζουν να ανταποκρίνονται λιγότερο σε μια ουσία, γι' αυτό και χρειαζόμαστε περισσότερο καφέ για να τονωθούμε, όπως αναφέρθηκε παραπάνω. Στην περίπτωση της μεταβολικής ανθεκτικότητας, από την άλλη, μικρότερη ποσότητα ουσίας φτάνει στον προορισμό της. Τέλος, μερικές φορές αναπτύσσεται και συμπεριφορική ανθεκτικότητα, η οποία αντιστοιχεί στην περίπτωση που συνηθίζουμε ψυχολογικά τις επιδράσεις μιας ουσίας. Παρουσιάζει ενδιαφέρον το γεγονός ότι η ανθεκτικότητα μπορεί να πάρει πολλές μορφές και δεν είναι απαραίτητο να αφορά μόνο μια από τις παραπάνω κατηγορίες. Αυτό εξαρτάται από το πώς μια συγκεκριμένη ουσία αλληλεπιδρά με το σώμα μας.

Είναι επίσης σημαντικό να αναφερθεί ότι ο ρυθμός με τον οποίο αναπτύσσεται η ανθεκτικότητα σε μια ουσία διαφέρει σημαντικά από άτομο σε άτομο. Ο καθένας έχει μια μοναδική γενετική δομή και ως εκ τούτου η φυσιολογία μας επίσης διαφέρει. Για παράδειγμα, μπορεί να χρειαστούν τρεις εβδομάδες ώστε ένα άτομο να αναπτύξει ανθεκτικότητα σε μια συγκεκριμένη δόση συγκεκριμένης ουσίας, ενώ κάποιος άλλος να αναπτύξει ανθεκτικότητα σε πολύ μεγαλύτερο διάστημα.

Στην περίπτωση των κανναβινοειδών όπως το THC, η κυτταρική ανθεκτικότητα είναι πολύ συνηθισμένη, ειδικά σε περιπτώσεις παρατεταμένης χρήσης. Με την πάροδο του χρόνου, για να καταπολεμηθεί η υπερφόρτωση που βιώνει το ενδοκανναβινοειδές μας σύστημα, οι υποδοχείς κανναβινοειδών δεσμεύονται λιγότερο από την ένωση και σε ορισμένες περιπτώσεις εισχωρούν μέσα στο κύτταρο, ώστε να μην είναι διαθέσιμοι προς δέσμευση. Ευτυχώς, αυτό δεν συμβαίνει με το CBD. Αντίθετα, οι ερευνητές έχουν διαπιστώσει ότι το CBD ίσως να οδηγεί στο αντίθετο αποτέλεσμα, προκαλώντας ένα μηχανισμό γνωστό ως αντίστροφη ανθεκτικότητα.

CBD και ανθεκτικότητα: Τι συμβαίνει μέσα στο σώμα μας;

Το CBD δρα διαφορετικά σε σχέση με άλλα κανναβινοειδή, όπως το THC, λόγω του τρόπου με τον οποίο αλληλεπιδρά με το ενδοκανναβινοειδές μας σύστημα. Αντί να συνδέεται άμεσα με τους υποδοχείς CB1 και CB2, υιοθετεί μια πιο έμμεση προσέγγιση. Στη μελέτη που αναφέρθηκε παραπάνω, το Τμήμα Νευροφαρμακολογίας στο Πανεπιστήμιο της Φουκουόκα διαπίστωσε ότι «οι νευροπροστατευτικές ιδιότητες της κανναβιδιόλης είναι ανεξάρτητες από τη δέσμευση του υποδοχέα CB1», υποδηλώνοντας ότι η ένωση λειτουργεί χωρίς απαραίτητα να δεσμεύει απευθείας τους υποδοχείς και αυτό την καθιστά, έστω και θεωρητικά, λιγότερο επιρρεπή στους μηχανισμούς ανθεκτικότητας του ανθρώπινου σώματος.

Αντιθέτως, το CBD μπορεί να βελτιώσει την ικανότητα δέσμευσης συγκεκριμένων υποδοχέων και να προάγει την παραγωγή ενδοκανναβινοειδών - ενώσεων ζωτικής σημασίας για τη διατήρηση της ισορροπίας (ομοιόσταση). Αυτή η διαδικασία ονομάζεται "αντίστροφη ανθεκτικότητα" και χρησιμοποιείται για να εξηγήσει περιπτώσεις που μπορεί να χρειάζεται μικρότερη και όχι μεγαλύτερη ποσότητα ουσίας ώστε να προκληθούν τα ίδια αποτελέσματα. Το CBD αναλαμβάνει τη διαχείριση της ενεργοποίησης των υποδοχέων, έτσι ώστε το ενδοκανναβινοειδές μας σύστημα να μην αναγκάζεται να υπέρ - δραστηριοποιηθεί, απορρίπτοντας την ένωση με την πάροδο του χρόνου.

Το CBD φαίνεται να έχει το αντίθετο αποτέλεσμα στην περίπτωση της ανθεκτικότητας

Παρόλο που η ανθεκτικότητα δεν περιορίζεται μόνο στους τρεις προαναφερθέντες μηχανισμούς, οι μελέτες μέχρι τώρα δείχνουν ότι δεν αναπτύσσεται ανθεκτικότητα στην περίπτωση του CBD. Αντίθετα, το CBD μπορεί να μειώσει την ενεργοποίηση των υποδοχέων CB1, χωρίς το ενδοκανναβινοειδές σύστημα να χρειάζεται να απ-ευαισθητοποιηθεί. Οι δυνατότητες που προσφέρει αυτή η αλληλεπίδραση είναι σημαντικές, καθώς η ένωση μπορεί επίσης να μειώσει τις παρενέργειες και την ανάπτυξη ανθεκτικότητας σε άλλα κανναβινοειδή.

Όπως τονίστηκε προηγουμένως, η εύρεση μιας οριστικής απάντησης σχετικά με την ανάπτυξη ανθεκτικότητας στο CBD, παραμένει μια πρόκληση. Με τόσους πολλούς παράγοντες να επηρεάζουν τον ρυθμό με τον οποίο αναπτύσσουμε ανθεκτικότητα, απαιτούνται πολλές περισσότερες έρευνες. Ωστόσο, οι αρχικές ενδείξεις φαίνονται πολύ ενθαρρυντικές και ευνοϊκές και με βάση αυτές, μπορούμε να δώσουμε μια προσωρινή απάντηση στο αρχικό ερώτημα «Είναι δυνατόν να αναπτύξω ανθεκτικότητα στο CBD;».

Η απάντηση φαίνεται να είναι: όχι - αντιθέτως η τακτική χρήση του CBD μπορεί τελικά να οδηγήσει στην ανάγκη για μικρότερη ποσότητα με τα ίδια οφέλη, με το πέρασμα του χρόνου. Μάλιστα η ένωση φαίνεται να ενθαρρύνει διάφορες άλλες κρίσιμες λειτουργίες του ενδοκανναβινοειδούς συστήματος. Συμπερασματικά, στην παρούσα φάση δε φαίνεται να υπάρχει λόγος ανησυχίας σχετικά με την ανάπτυξη ανθεκτικότητας στο CBD.

Sign up to our newsletter and enjoy 10% off one order

Αναζήτηση προϊόντων